Ανασχηματισμός με γνώμονα τον πολιτικό ρεαλισμό

Του Πέτρου Νίκανδρου

Η πολιτική, λένε, είναι η τέχνη του εφικτού. Δυστυχώς όμως, στην Ελλάδα (και όχι εξαιτίας της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, φυσικά) το τι είναι “εφικτό” και τι όχι δεν καθορίζεται από τους εκλεγμένους εκπροσώπους του λαού, με βάση τη βούλησή του. Καθορίζεται στο μέγα μέρος του από τους λεγόμενους “εταίρους” της Ε.Ε. και (όχι εξαιτίας του Τσίπρα, φυσικά), του διαβόητου ΔΝΤ. Και με βάση τη δική τους βούληση.
Και έτσι θα συμβαίνει όσο οι “εταίροι” ασκούν εκ των πραγμάτων το ρόλο των δανειστών και ο αγενής “καλεσμένος” του Γιωργάκη, το ΔΝΤ, ασκεί το ρόλο του μαντρόσκυλού τους.
Η χώρα πρέπει να βγει απ’ αυτόν τον ασφυκτικό εναγκαλισμό. Και πρέπει να το καταφέρει χθες ήδη.
Για να το πετύχει, οφείλει στον εαυτό της να ασκεί την πολιτική ως τέχνη όχι του εφικτού (πόσο μάλλον του ευκταίου…), αλλά, επιτέλους, ως τέχνη του ρεαλιστικού.
Και υπό αυτή την έννοια, ο ανασχηματισμός του κυβερνητικού σχήματος δεν μπορεί παρά να εκληφθεί ως ένα πολύ σοβαρό και ουσιαστικό βήμα για να λυθεί ο Γόρδιος δεσμός που ταλανίζει όλους μας εδώ και έξι χρόνια.
Είναι ένας ανασχηματισμός που μόνον οι κακόπιστοι δε διακρίνουν πίσω του την απλή λογική της απαλλαγής από τα μνημόνια.
Ένα χρόνο μετά τη αναγκαστική και με βαριά καρδιά συμφωνία με τους δανειστές, η χώρα δεν έχει το περιθώριο να κυβερνηθεί υπό κανένα άλλο βάρος πέρα απ’ αυτό που, αναγκαστικά της έχει καθίσει στο σβέρκο από το 2010 -αυτό της εποπτείας από τους “θεσμούς”.
Δεν αντέχει ούτε κομματικά βάρη, ούτε ιδεολογικές αγκυλώσεις, ούτε, έστω υπονοούμενες υποχωρήσεις απέναντι στη διαπλοκή, ούτε, έστω υπονοούμενα φλερτ με το αμαρτωλό παρελθόν, ούτε αχρείαστα μέτωπα με τη χειμαζόμενη κοινωνία, σε κανένα επίπεδο -καθημερινότητας, θυμικού, πίστης…
Η νέα κυβέρνηση που ορκίζεται σήμερα μοιάζει να έχει συντεθεί με αυτό ακριβώς το σκεπτικό: να αφήσουμε στην άκρη όλα τα ξεχωριστά δέντρα και να δούμε το δάσος. Να τελειώνουμε με την αξιολόγηση, να πετύχουμε το καλύτερο δυνατόν στη διαπραγμάτευση για το χρέος, να υλοποιήσουμε όλα όσα έχουν υπογραφεί ασμένως, με… χαμόγελα και περηφάνια από τους Γιωργάκηδες, τους Σαμαράδες και τους Βενιζέλους αλλά ποτέ δεν πραγματοποιήθηκαν και να πάμε παραπέρα. Προς το εφικτό. Αλλά χωρίς “παιδονόμους”.
Η κριτική στον ανασχηματισμό που ακούγεται από χθες επικεντρώνεται ακριβώς σ’ αυτό το γεγονός: ότι συνθέτει μια κυβέρνηση που μοιάζει να φτιάχτηκε με γνώμονα τον ρεαλισμό. Είναι φτηνή κριτική, όμως, αυτή. Και ανούσια. Κενή. Ο κυνικός Κίσινγκερ είπε κάποτε ότι “η απουσία εναλλακτικών λύσεων, ξεκαθαρίζει θαυμάσια τη σκέψη”. Κυνικός ή όχι, δεν είναι εύκολο να αμφισβητήσει κάποιος την αλήθεια αυτής της κουβέντας του.
Όλοι γνωρίζουν πως όσα προβλέπει (και) το 3ο μνημόνιο είναι αντίθετα με όσα έχει ανάγκη ο απλός άνθρωπος αυτής της χώρας.
Όλοι γνωρίζουν επίσης και ότι η τελευταία κυβέρνηση που θα ήθελε να ασκήσει τέτοια πολιτική, μνημονίων, είναι η σημερινή.
Δυστυχώς, όλοι γνωρίζουν και κάτι ακόμη: ότι αν δεν εφαρμοστεί ούτε αυτή τη φορά αυτό που έχει υπογραφεί χρόνια τώρα, το αποτέλεσμα θα είναι κι άλλο ένα μνημόνιο. Η και τίποτε χειρότερο ακόμη.
Με όλα τα δεδομένα στον υπολογισμό, λοιπόν, η νέα κυβέρνηση είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόταν αυτή τη στιγμή. Μια κυβέρνηση που χωρίς να αποκόπτει τον ομφάλιο λώρο της με την κοινωνία και τις ανάγκες της, βλέπει κυρίως στη μεθεπόμενη μέρα -με δεδομένο ότι η επόμενη δεν είναι δυνατόν να περιλαμβάνει, έτσι κι αλλιώς, τίποτε λιγότερο από τα ήδη συμφωνηθέντα.
Στην πορεία, θα κριθεί και για το έργο της, σωστό ή λανθασμένο. Εν τω μεταξύ, όμως, οι… αναμάρτητοι ας κρατήσουν τις πέτρες στο χέρι τους. Όλη η κλωστή του κόσμου, άλλωστε, δε φτάνει για να ραφτεί η γούνα τους…