Πώς η Deutsche Bank έγινε ο μεγάλος ασθενής της γερμανικής οικονομίας

Ο Ακερμαν δεν ήταν απλώς προσωπικός σύμβουλος της καγκελαρίου, αλλά ο τότε ισχυρός άνδρας της Deutsche Bank, γεγονός που αποτελούσε ικανό επιχείρημα για να δικαιολογηθεί το… γκαλά προς τιμήν του μέσα στην πολιτική καρδιά του Βερολίνου. Γιατί η Deutsche Bank και η γερμανική οικονομία αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αναπόφευκτα, λοιπόν, τυχόν κατάρρευση της μιας συμπαρασύρει την άλλη.

Σήμερα, για την Ανγκελα Μέρκελ θα ήταν προτιμότερο να διαχειριστεί… δύο προσφυγικές κρίσεις, παρά να βρεθεί αντιμέτωπη με το δίλημμα εάν θα πρέπει να διασώσει το μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της Γερμανίας ή θα ακολουθήσει το οικονομικό δόγμα που η ίδια και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε έχουν επιβάλει στις υπόλοιπες τράπεζες της Ευρώπης και θα την αφήσει να καταρρεύσει.

Δύσκολα βρίσκει κανείς άλλη οικονομία στον κόσμο που να είναι περισσότερο ταυτισμένη με το μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της χώρας από τη γερμανική.

Τα hedge
Η Deutsche Bank ήταν εκεί για να χρηματοδοτήσει τη βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας τον 19ο αιώνα και αργότερα να τη βοηθήσει να σταθεί στα πόδια της μέσα στα ερείπια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η τράπεζα ήταν εκείνη που αναμετρήθηκε με τους γίγαντες της Wall Street στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία και που υπερηφανευόταν ότι επιβίωσε από την οικονομική κρίση χωρίς κρατική βοήθεια – κάτι που βεβαίως δεν ισχύει, καθώς υπήρξε έμμεση ενίσχυσή της μέσα από τις διασώσεις της γερμανικής HypoVereinBank με 2 δισ., και της αμερικανικής AIG με 8,5 δισ. δολάρια, στις οποίες είχε μεγάλη έκθεση.

Αρκετές από τις πολιτικές αποφάσεις στο Βερολίνο λέγεται ότι υπαγορεύτηκαν από τους εκάστοτε επικεφαλής της μεγαλύτερης τράπεζας της χώρας και πρωτίστως ότι έχει να κάνει με την αυστηρότατη νομοθεσία για τη συμμετοχή των γερμανικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε hedge funds. Oταν στις Βρυξέλλες δίνονταν μάχες για το συγκεκριμένο ζήτημα, με τη Γαλλία να υπεραμύνεται των δικών της τραπεζών και να ζητά ένα λιγότερο αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε υποστήριζε αρχικά πως πρέπει να υιοθετηθεί το γερμανικό μοντέλο – ως συνήθως.

Κάποια στιγμή, όμως, και σύμφωνα με τις κακές γλώσσες κατόπιν παρέμβασης της Deutsche Bank, ο Γερμανός υπουργός Oικονομικών έκανε πίσω και επέτρεψε μια ελαστικότερη νομοθεσία, που θα έδινε στη μεγάλη γερμανική τράπεζα ένα περιθώριο ευελιξίας, υπακούοντας τις… ευρωπαϊκές επιταγές. Σημειωτέον ότι από όλες τις γερμανικές τράπεζες, μόνο η Deutsche Bank συμμετείχε σε αυτό το «παιχνίδι» με τα hedge funds, κάτι που στο παρελθόν απέφερε σημαντικά κέρδη.

Το τελευταίο διάστημα, όμως, χτυπημένος και από αμέτρητα σκάνδαλα, ο «αμαρτωλός» τραπεζικός κολοσσός κλυδωνίζεται. Δεν είναι μόνο η μεγάλη πτώση στην αξία των μετοχών της που σημείωσε στις αρχές της εβδομάδας, από την οποία κατάφερε να «αναρρώσει», έστω προσωρινά, ανακοινώνοντας ότι θα προχωρήσει σε επαναγορά ομολόγων της. Τους τελευταίους μήνες η Deutsche Bank χάνει συστηματικά την εμπιστοσύνη των επενδυτών και η μετοχή της διολισθαίνει. Η ίδια η τράπεζα μείωσε κατά ένα τρίτο την αξία της Postbank, την οποία είχε εξαγοράσει μόλις το 2010, με την ελπίδα ότι θα καταφέρει να βρει αγοραστή, γεγονός που δείχνει ότι επείγεται να εξασφαλίσει άμεσα κάποια μετρητά και να καθησυχάσει τις αγορές για την επάρκεια του κεφαλαίου της και την αποπληρωμή των υποχρεώσεών της.

Στην ουσία, όμως, δεν φαίνεται να έχει ένα μακροπρόθεσμο στρατηγικό πλάνο για μια σταθερή νέα πηγή εσόδων, που θα της επιτρέψουν να παραμείνει στην κορυφή του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Και κυρίως, δεν φαίνεται να καταφέρνει να συμβαδίσει πλέον με τη γερμανική οικονομία, η οποία είναι επιθετικά εξαγωγική. Η Deutsche Bank, σε αντίθεση με ό,τι έπραττε στο παρελθόν, δεν χρηματοδοτεί επαρκώς τις εξαγωγικές εταιρείες της χώρας, σπάζοντας τον στενό συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην ίδια και τη γερμανική οικονομία.

Οι πρόσφατες διοικήσεις της Deutsche Bank απομακρύνονταν σταδιακά από αυτό το δεδομένο και προσπαθούσαν να τοποθετήσουν τη γερμανική τράπεζα στην παγκόσμια αρένα, με άλλους όρους. Προχωρούσαν σε σύνθετες μπίζνες, τη χρηματοδότηση υποθηκών στις ΗΠΑ και επενδύσεις στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη, μακριά από την παραδοσιακή πηγή εσόδων της τράπεζας, τις εξαγωγικές εταιρείες.

Δεν είναι παράδοξο, λοιπόν, που οι επενδυτές ποντάρουν, πλέον, στα CDS, τα ασφάλιστρα κινδύνου χρεοκοπίας της τράπεζας, που τις τελευταίες ημέρες δείχνουν μια πιθανότητα χρεοκοπίας της τάξης του 24,5%. Οπερ σημαίνει ότι δεν πιστεύουν τις διαβεβαιώσεις του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ούτε του επικεφαλής της Deutsche Bank, Τζον Κράιαν, πως η τράπεζα «είναι στέρεη σαν βράχος» και εκτιμούν ότι κάποια στιγμή στο μέλλον η Γερμανία θα κληθεί να αποφασίσει πώς θα διασώσει το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα που είναι συνώνυμο της οικονομίας της.

«Σκελετοί»
Ισως το βαρύτερο πλήγμα στο κύρος της Deutsche Bank είναι οι «σκελετοί» που έχει κρυμμένους στο ντουλάπι, ήτοι, τα σκάνδαλα, πολλά από τα οποία χρονολογούνται την εποχή που στο τιμόνι της τράπεζας ήταν ο Γιόζεφ Ακερμαν, ο «εκλεκτός» της Ανγκελα Μέρκελ. Οι επόμενες ηγεσίες θέτουν κάθε χρόνο αρκετά εκατομμύρια στην άκρη μόνο για πρόστιμα και για να καλύψουν τις ζημίες που προκύπτουν και που προσθέτουν στα κακά οικονομικά αποτελέσματα που παρουσίασε.

Ο «λογαριασμός» που καλείται να πληρώσει για τις «αμαρτίες» της αποτιμάται περίπου στα 3,9 δισ. ευρώ για το 2016 και το 2017. Η Deutsche Bank έχει υποστεί εφόδους του γερμανικού ΣΔΟΕ, έρευνες για διαφθορά, ξέπλυμα χρήματος και απάτη σε βάρος του Δημοσίου, με πλαστά πιστοποιητικά για τις εκπομπές ρυπογόνων αερίων. Τα πρώην αφεντικά της, ο Γιούργκεν Φίτσεν και ο Αντσου Γιάιν, βρέθηκαν στο εδώλιο του κατηγορουμένου για την πτώχευση του μιντιακού ομίλου Kirch.

Το δικαστήριο απεφάνθη ότι ο ρόλος της ήταν καθοριστικός σε αυτήν τη διαδικασία και της επέβαλε άλλο ένα πρόστιμο-μαμούθ. Τεράστια πρόστιμα αντιμετωπίζει και για την εμπλοκή της στο σκάνδαλο χειραγώγησης του Libor, ωστόσο η μεγαλύτερη, ίσως, επιχείρηση παραπλάνησης από πλευράς της μεγαλύτερης τράπεζας της Γερμανίας ήταν ότι φαίνεται πως κατέφυγε σε αλχημείες για να μην υπαχθεί στους αρνητικούς όρους διάσωσης από το κράτος.

Δυστυχώς για τον Ακερμαν, οι «Financial Times» αποκάλυψαν ότι η Deutsche Bank είχε αποκρύψει ζημίες ύψους 12 δισ. δολαρίων κατά την έναρξη της οικονομικής κρίσης, προκειμένου να μην αναγκαστεί να ζητήσει κρατική στήριξη. Τελικά η τράπεζα δεν πήρε μεν επισήμως γερμανικά κονδύλια, αλλά πήρε αμερικανικά στο πλαίσιο της διάσωσης της αμερικανικής AIG.

Υποψίες για ξέπλυμα
Τελευταία εμπλοκή της Deutsche Bank ήταν ο εντοπισμός -από την ίδια την τράπεζα- συναλλαγών μέχρι και 10 δισ. δολαρίων, οι οποίες ενδεχομένως δεν είχε αξιολογηθεί αν σχετίζονταν με ξέπλυμα χρήματος, ενώ πελάτες μετέφεραν χρήματα έξω από τη Ρωσία. Η Deutsche Bank είχε εντοπίσει ύποπτες συναλλαγές ύψους 4 δισ., που σχετίζονται με τις ρωσικές επιχειρήσεις της και προστίθενται στο λεγόμενο mirror trading αξίας 6 δισ. που ερευνά.

ΜΑΡΙΑ ΑΔΑΜΙΔΟΥ
[email protected]